- Νέα Ρόδα
- Παράλιος οικισμός (υψόμ. 10) στην επαρχία Αρναίας του νομού Χαλκιδικής. Ήταν έδρα της ομώνυμης πρώην κοινότητας (16 τ. χλμ.), στην οποία ανήκαν η Σκάλα και το Μετόχι Αγ. Παύλου.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Άγιον Όρος ή Άθως — Πολιτεία μοναχών (2.262 κάτ.) που άνθησε ιδιαίτερα στους βυζαντινούς χρόνους. Το Ά.Ό. είναι βουνό με άφθονα δάση (2.033 μ.), στη νότια άκρη της ανατολικής χερσονήσου της Χαλκιδικής, από το οποίο ονομάστηκε έτσι και η χερσόνησος (332,5 τ. χλμ.).… … Dictionary of Greek
GR-EO16 — Datei:Flag of Greece.svg Nationalstraße 16 (Ethiniki Odos 16) Länge: ca. 132 km Kreuzungspunkte von Nordwest (Thessaloniki) nach Südost ( … Deutsch Wikipedia
Nationalstraße 16 (Griechenland) — Vorlage:Infobox hochrangige Straße/Wartung/GR N Εθνικη Οδος E.O.16 in Griechenland Basisd … Deutsch Wikipedia
Stagira-Akanthos — Stadtgemeinde Stagira Akanthos Δήμος Σταγίρων Ακάνθου (Στάγιρα Άκανθος) … Deutsch Wikipedia
Παρίσι — (Paris) Πρωτεύουσα της Γαλλίας και ένα από τα μεγαλύτερα πολιτικά, πνευματικά, εμπορικά, βιομηχανικά και οικονομικά κέντρα του κόσμου. Από τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές γύρω από το αστικό κέντρο του Παρισιού ξεχωρίζουν οι: Αρζαντέιγ, Ανιέρ… … Dictionary of Greek
λαμαϊσμός — Μορφή του βουδισμού Μαχαγιάνα στο Θιβέτ και στη Μογγολία, διαμορφωμένη υπό την επίδραση τοπικών σαμανικών και μπον πο παραδόσεων. Ο βουδισμός εισήχθη στο Θιβέτ τον 7o αι. από τον βασιλιά Σρον τσαν Γκαμπό· παρά την εχθρότητα του ιθαγενούς κλήρου… … Dictionary of Greek
Ημερησία — Τίτλος διαφόρων εφημερίδων. 1. Σμυρναϊκή εφημερίδα που εκδόθηκε το 1899 από τον Ιω. Αναστασιάδη. Το 1906 η εφημερίδα μεταβιβάστηκε στον Νικόλαο Τσουρουκτσόγλου, ο οποίος σφαγιάστηκε το 1922, μαζί με τον μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομο. Η εφημερίδα … Dictionary of Greek
Κυριαζής, Αθανάσιος — (Αγρίνιο 1887 – 1950). Δημοσιογράφος και λογοτέχνης. Έζησε τα παιδικά του χρόνια στο Μεσολόγγι. Σπούδασε στη νομική και στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Σταδιοδρόμησε ως δημόσιος υπάλληλος, ενώ διετέλεσε επίσης οικονομικός επίτροπος … Dictionary of Greek